Η Βουλγαρία εκτός από το ότι είναι δίπλα μας,αποτελεί έ έναν πανέμορφο προορισμό, και προσφέρει πολλές προτάσεις στον ιαματικό τουρισμό.
Ογκνιάνοβο, τριάντα χιλιόμετρα από τα σύνορα
Το Ογκνιάνοβο είναι ένα καταπράσινο χωριό που δεν διακρίνεται για την ομορφιά του αλλά και απέχει μόλις 30 χιλιόμετρα από τα σύνορα,και είναι δίπλα σε τρία πολύ ενδιαφέροντα και χαρακτηριστηκά ορεινά χωριά. Μεγάλα συγκροτήματα αλλά και μικρά οικογενειακά ξενοδοχεία παρέχουν εξειδικευμένες υπηρεσίες με την χρήση των ιαματικών λουτρών τα οποία με τα μεταλλικά τους στοιχεία είναι πραγματικά ελιξίρια!
Μισή ώρα από τα σύνορα της Εξοχής δίπλα στο Ανω Νευροκοπίου( Γκότσε Ντέλτσεφ), στο Δήμο Garmen βρίσκεται το Ογκνιάνοβο (Ognyanovo).
Πρόκειται για ένα χωριό στην κοιλάδα του ποταμού Μεστά και κοντά στην οροσειρά της Ροδόπης, το οποίο είναι πανέμορφο αφού συνδυάζει τη φύση και τα ιαματικά λουτρά.
Λίγα μόλις χιλιόμετρα νότια του χωριού συναντάς τον ποταμό Νέστο καθώς και τη ρωμαϊκή πόλη Νικόπολις επί του Νέστου (Nicopolis ad Nestum), τη μία από τις δύο οχυρωμένες πόλεις, οι οποίες ιδρύθηκαν σε ανάμνηση της νίκης του αυτοκράτορα Τραϊανού επί των Δακών το 105-106 μ.Χ.
Ο Ναός της Αναλήψεως
Το μεταλλικό νερό έχει ανακαλυφθεί στην περιοχή κατά τα ρωμαϊκά χρόνια και για το λόγο αυτό υπάρχουν υπολείμματα ρωμαϊκών λουτρών. Παράλληλα, έχει ανακαλυφθεί ένα μεσαιωνικό χωριό και παρατηρητήρια.
.
Στο Ογκνιάνοβο υπάρχουν δύο ομάδες ιαματικών πηγών, οι πιο θερμές με θερμοκρασία 42 &;deg C και οι ψυχρότερες με 16-40 &;deg C. Το νερό είναι διαυγές, άχρωμο, με ελαφρά οσμή υδρόθειου. Η περιοχή χάρη στο φυσικό πλούτο της έχει μετατραπεί σε θέρετρο με ωραίες εγκαταστάσεις .και δεν είναι λίγοι οι Ελληνες που την επισκέπτονται.
ΛΕΣΤΕΝ,ΓΚΟΡΝΟ ΝΤΡΥΑΝΟΒΟ και ΚΟΒΑΤΣΕΒΙΤΣΑ
Λίγα χιλιόμετρα από το Ογκνυάνοβο συναντάμε πρώτα το Λέστεν.
Ένα χωριό,στην καρδιά του βουνού, που σε κάνει να ξεχνάς την μεγαλούπολη,με τα λιθόστρωτα δρομάκια, την αυθεντική του εμφάνιση και την αξέχαστη θέα.
;
Το χωριό Leshten δεν είναι για όλους. Δεν θα βρείτε νυχτερινή ζωή, φώτα νέον, θορυβώδη πλήθη και γρήγορο φαγητό εδώ. Στην πραγματικότητα, πιθανότατα θα νιώσετε σαν να βρίσκεστε σε μια μηχανή ταξιδιού στο χρόνο που σας μεταφέρει κατευθείαν στην περίοδο της βουλγαρικής αναγέννησης.
Ολόκληρο το χωριό είναι ένα αρχιτεκτονικό καταφύγιο που διατηρεί πολλά παλιά σπίτια, μασίφ πέτρινα κτίρια και αξιόλογα δείγματα του παραδοσιακού αρχιτεκτονικού στυλ της Βουλγαρίας του 19ου αιώνα.
Συνολικά, το χωριό προσελκύει τουρίστες που θέλουν να απολαύσουν την όμορφη φύση, την ηρεμία και τη σπιτική αγροτική κουζίνα με βιολογικά προϊόντα. Το Leshen είναι για όσους είναι λάτρεις της βουλγαρικής ιστορίας και παραδόσεων και θέλουν να γυρίσουν τον χρόνο πίσω, τουλάχιστον για λίγο. Γιατί το Leshten είναι ένα παραμύθι, γεμάτο έμπνευση και μαγεία!
Το ίδιο το Leshten βρίσκεται στις νότιες πλαγιές της Δυτικής Ροδόπης σε υψόμετρο 900 μέτρων. Απέχει περίπου 8 χιλιόμετρα από το χωριό Garmen, περίπου 57 χιλιόμετρα από την πόλη του Μπάνσκο και 110 χιλιόμετρα από το Blagoevgrad.
Η γειτνίασή του με τα βουνά Rila και Pirin επιτρέπει την εξερεύνηση πολυήμερων εκδρομών που προσφέρουν οτιδήποτε, από πλήρη χαλάρωση έως περιπετειώδη ορεινή πεζοπορία.
Όπου κι αν στρίψετε, βλέπετε διώροφα πέτρινα σπίτια που χτίστηκαν από τους δασκάλους Leshten πριν από 200 χρόνια. Κάθε σπίτι έχει μια τεράστια βεράντα που φωτίζεται από τον ήλιο και μια ευρύχωρη αυλή με πράσινο οικόπεδο με γρασίδι και σοκάκια, όπου φυτρώνουν μοβ βιολέτες, μαργαρίτες και αρωματικά primroses.
Γκόρνο Ντρυάνοβο
Δύο χιλιόμετρα μετά συναντάμε το Γκόρνο Ντρυάνοβο σε υψόμετρο 1225 μέτρα.
Κατά τον 19ο αιώνα το χωριό ήταν καθαρά μακεδονικό και ανήκε στον καζά Melnička. Στην «Εθνογραφία Αδριανούπολης, Μοναστηρίου και Θεσσαλονίκης» λέγεται ότι το 1873 το Γκόρνε-δριάνοβο ήταν χωριό με 40 οικογένειες και 100 Πομάτσι.
Σύμφωνα με τις στατιστικές του Vasil K’nchov («Μακεδονία. Εθνογραφία και Στατιστική»), το 1900 το χωριό είχε 300 κατοίκους, όλοι Πομάκοι.
Μετά το τέλος των Βαλκανικών πολέμων το χωριό περιλήφθηκε στη σύνθεση της Βουλγαρίας.
Τό χωριό δεν έχει την τουριστική αξία του Λέστεν και της Κοβατσεβίτσας αλλά την εθνογραφική πραγματικότητα ένος φτωχού καθημερινού βουλγαρικού χωριού.
`Εδώ ο κόσμος δεν ζεί από τον τουρισμό αλλά ασχολείται με την παραγωγή καπνού, τη συλλογή άγριων βοτάνων, μανιταριών, καυσόξυλων, επεξεργασίας ξύλου.
Μεγάλο μέρος του τοπικού πληθυσμού μεταναστεύει στη γειτονική Ελλάδα για την καλλιέργεια καπνού.
Κοβατσεβίτσα
Συνεχίζοντας ακόμη για 5 χιλιόμετρα,ο δρόμος τερματίζει στην Κοβατσεβίτσα.
Όπως και τα άλλα χωριά στα ψηλά σημεία της Ροδόπης, η καταγωγή της Κοβατσεβίτσας συνδέεται με τα κύματα της αναγκαστικής εξισλαμισμού των Βουλγάρων μετά την υποταγή της χώρας στην Τουρκοκρατία. Προκειμένου να ξεφύγουν από το δίλημμα του θανάτου ή της μεταστροφής κατά το 1623-1625 και αργότερα το 1656, Βούλγαροι αγρότες από τις παρυφές του βουνού έφυγαν από τους λόφους και εγκαταστάθηκαν σε δυσπρόσιτα μέρη του βουνού. Περίπου έναν αιώνα αργότερα εγκαταστάθηκαν εδώ πρόσφυγες από τη Δυτική Μακεδονία, οι οποίοι αργότερα έγιναν διάσημοι για τις κατασκευαστικές τους ικανότητες, για να σχηματίσουν τη λεγόμενη Αρναούτικη Γειτονιά του χωριού. Το χωριό συμμετείχε ενεργά στον κρυφό πόλεμο για την απελευθέρωση του Πιρίν-μέρος της Μακεδονίας από την Τουρκοκρατία και χρησιμοποιήθηκε ως σταθμός διέλευσης και αποθήκη όπλων και κρυψώνα Μακεδόνων ανταρτών. Λόγω της δραστηριότητάς του, το τμήμα Πιρίν της Μακεδονίας, συμπεριλαμβανομένης της Κοβατσέβίτσας, απελευθερώθηκε τελικά από τους Οθωμανούς το 1912.
Το χωριό είδε το απόγειό του τον 18-19ο αιώνα, αλλά άρχισε να παρακμάζει στη δεκαετία του ’50 του 20ου αιώνα με μαζική μετανάστευση των κατοίκων του στις κοντινές πόλεις του Βέλινγκραντ. Μπατάκ και Παζαρτζίκ.
Ακόμα κι αν ένας μεγάλος αριθμός από τα όμορφα σπίτια του εγκαταλείφθηκαν εκείνη την εποχή, μια ώθηση στην ανάστασή του δόθηκε από τη βουλγαρική κινηματογραφική βιομηχανία αρκετές δεκαετίες αργότερα. Αφού το μονοπωλιακό βουλγαρικό κινηματογραφικό στούντιο, Boyana, ανακάλυψε την ομορφιά και το αυθεντικό πνεύμα του χωριού, έχει γυρίσει περισσότερες από 20 ταινίες από τότε, γεγονός που κατατάσσει το χωριό ως τον μοναδικό τέτοιο οικισμό στη Βουλγαρία.
Πιο πρόσφατα, το χωριό ανακαλύφθηκε επίσης από τουριστικούς επιχειρηματίες που αγόρασαν και ανακαίνισαν μια σειρά από παλιά σπίτια, θέτοντας την αρχή του αγροτικού τουρισμού στην Κοβατσέβίτσα.
Δεν νομίζω να χρειάζεται ερμηνεία η ταμπέλα.
Ο καφετζής μόλις κατάλαβε από που είμαστε μας έβαζε συνέχεια Ελληνικά στην ντόπια τηλεόραση.Ντράπηκα να του πώ ότι εκτός από τον Μητροπάνο ,και τον Λαζόπουλο δεν ήξερα άλλους
βλέπουμε ερχόμενοι από Προμαχώνα.Από εκεί για Εξοχή είναι κάμπος.
Πολύ ωραία εξερεύνηση για τα κοντινά στα σύνορα χωριά. Από όλα τα χωριά που περιγράφεις, εμείς βρήκαμε το Ογκυάνοβο ως το πιο συμπαθητικό και το μόνο στο οποίο το ξενοδοχείο μας άφησε να μένουμε στο πάρκινγκ του εφόσον βέβαια χρησιμοοιούσαμε τις εγκαταστάσεις του για ΄πισίνα-θερμά λουτρά και φαγητό. Σε άλλα δεν μας δέχτηκαν. Αλλος ένας λόγος που μας βόλεψε το Ογκνυάνοβο ήταν η εγγύτητά του με το Γκότσε Ντέλτσεβ (Ανω Νευροκόπι) που είχε και 3 ή 4 το πολύ ταβέρνες εστιατόρια, γιατί το είδος σπανίζει στα άλλα χωριά. Βέβαια όλη η περιοχή, αν εξαιρέσεις λίγα παλιά σπίτια με στυλ, είναι μέσα στην μιζέρια και την δυστυχία. Αλλά αξίζει μία επίσκεψη. Οι Ελληνες από τα κοντινά μέρη είναι πάρα πολλοί τα Σαββατοκύριακα και αγοράζουν τα πάντα. Από αυτοκίνητα μέχρι τσιγάρα, ποτά, σηκώνουν τα πάντα από τα σούπερ-μάρκετ, επισκέπτονται οδοντίατρους.
Ποτε θα μας πας Γεωργιε?
Δυό βήματα είσαι βρε από εκεί. Να πεταχτείς και να μας δώσεις όλες τις πληροφορίες